Slide background

manis.xrysostomos 100 2048x1365

Συνέντευξη με θέμα την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα, παραχώρησε ο Σεβ. Μητροπολίτης Μάνης κ. Χρυσόστομος Γ΄ στο Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων Arxon.gr.

Ο Μητροπολίτης αναφέρεται στη δημιουργία της, την χρησιμότητά της, “διορθώνει” εκφραστικά λάθη, κυρίως του προφορικού λόγου που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας, όπως επίσης κάνει λόγο και για την συμβολή της Εκκλησίας στη διαιώνιση και διατήρησή της.

Αρχίζουμε με μία γενικής φύσεως ερώτηση σχετικά με μία πρώτη γνώμη σας για την ελληνική και μάλιστα αρχαία γλώσσα;

Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ γλῶσσα εἶναι ἡ ἔμφυτος ἐκείνη δύναμη καί ἱκανότητα νά ἐκφράζουμε τά τελούμενα στή ψυχή μας, στόν ἐσωτερικό μας κόσμο. Αὐτὸ συντελεῖται μέ διάφορα μέσα ὅπως χειρονομίες, νεύματα, γραπτά σύμβολα, σήματα, γράμματα καί προπαντός μέ τόν σχηματισμό λέξεων. 

     Ὁ ἄνθρωπος μέ λέξεις ἐκφαίνει τά διανοήματα καί τά αἰσθήματά του εἴτε μέ τόν λόγο εἴτε μέ τήν γραφή. Ἐκφράζεται. Ἐξωτερικεύεται. Ἡ γλῶσσα εἶναι ἡ ψυχή ἑνός λαοῦ. 

     Βέβαια ἀποτελεῖ μέγα μυστήριο καί ἕνα ἐξαιρετικό ζήτημα, σπουδαιότατο, ἡ γένεση, ἡ ἀρχή τῆς γλώσσας στόν ἄνθρωπο. Πῶς δηλαδή γεννήθηκε ἡ γλῶσσα; Ἐμεῖς ἀσφαλῶς καί λέγουμε ὅτι εἶναι δημιούργημα καί αὐτή τοῦ Πανσόφου Δημιουργοῦ τοῦ παντός, τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ, στό καλλιτέχνημά Του, τόν ἄνθρωπο, μαζί μέ τόσα ἄλλα δῶρα πού τοῦ ἔδωκε. 

     Ἔτσι, λοιπόν, συντελεῖται ἡ συνεννόηση καί ἡ ἐπικοινωνία τοῦ ἑνός ἀνθρώπου μέ τόν ἄλλο. Βέβαια σπουδαῖο ρόλο παίζουν πρωτίστως ἡ ἀκουστική, ἡ φυσιολογία τοῦ ἀνθρώπου, ὡς καί ἄλλοι παράγοντες. 

     Εἰδικότερα, ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἔχει βάθος ἱστορίας. Ἔρχεται ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων καί στήν κλασσική ἀρχαιότητα, ἰδίᾳ ἐπί τῶν χρόνων τοῦ Περικλέους ἦλθε σέ βαθμό τελειότητος. Ἀπέδιδε τά νοήματα ἐπακριβῶς μέ τίς λέξεις καί φράσεις, τήν γραμματική, τό συντακτικό. Εἶναι δέ χαρακτηριστικό ὅτι ὅταν ἡ ἀρετή τῶν ἀνθρώπων κατέπιπτε καί ἡ κακία ἐρχόταν στό προσκήνιο συνάμα καί ἡ γλῶσσα βρισκόταν σέ παρακμή. Παράδειγμα: Ὅταν διεξήχθη ὁ Πελοποννησιακός πόλεμος εἴχαμε καί γλωσσική κατάπτωση. Παρεισέφρησαν γλωσσικά ἐξαβλώματα καί ἀδόκιμοι ὅροι. 

 

Ὡς εἶναι γνωστόν, ἡ γλῶσσα μας ἀπαριθμεῖ τοὐλάχιστον 4.000 χρόνια προφορικῆς παράδοσης καί 3.500 γραπτῆς. Τυγχάνει ἐξόχως σπουδαία ἀνάμεσα σέ χιλιάδες ἄλλες γλῶσσες τοῦ κόσμου. Μάλιστα, ἡ ἐπιστημονική ἔρευνα ἐκτιμᾶ ὅτι πάνω ἀπό 35 γλῶσσες ἔχουν καταγωγή ἀπό τά ἑλληνικά. Συγκεκριμένα ἐπὶ συνόλου 500.000 λέξεων τῆς ἀγγλικῆς γλώσσας, οἱ 42.000 λέξεις ἔχουν ρίζα τήν ἑλληνική γλῶσσα. Τό δέ 90% τῆς ἰατρικῆς ὁρολογίας προέρχεται ἀπό τά ἑλληνικά. 

Σήμερα όμως μέ τό internet, τις πολλές ξένες λέξεις που χρησιμοποιούμε, άραγε, η εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας βοηθά στο εν γένει κοινωνικό γίγνεσθαι;

Ἔχετε δίκαιο μέ τήν διείσδυση τῶν ποικίλων τεχνολογικῶν πολυμέσων, τούς πολλούς ἀγγλισμούς θἄλεγα, τά greeklish, τό ἐρώτημα εἶναι ἐξαιρετικά ἐπίκαιρο καί σπουδαῖο. Ὅμως τά ἀρχαῖα ἑλληνικά εἶναι ἡ μητέρα – γλῶσσα τῆς νεοελληνικῆς καί χωρίς αὐτά οὔτε νεοελληνικά σωστά μποροῦμε νά ἔχουμε στόν καθ’ ἡμέραν βίο μας, οὔτε καί τό κυριώτερο, κριτική καί ὀρθή σκέψη. Τά ἀρχαία ἑλληνικά δέν εἶναι μάταιη μάθηση, οὔτε ἀπώλεια χρόνου. Ἀντίθετα, ὀξύνουν τόν νοῦ, δημιουργοῦν στοχασμό, φέρουν ἀνωτερότητα πολιτισμοῦ, σωστή κριτική σκέψη ἀλλά καί ποιοτικά ἀνώτερη γλωσσική ἔκφραση καί διατύπωση. 

     Οἱ «ἀγγλισμοί» εἶναι μία λανθασμένη ἀντίληψη ὅτι φέρουν ἐμπλουτισμό στή γλῶσσα μας. Ἐμεῖς ὡς Ἕλληνες ἔχουμε τίς ἀνάλογες λέξεις καί ἐκφράσεις καί δέν χρειάζονται οἱ «ἀγγλισμοί». Τό φαινόμενο πού παρουσιάζεται τῆς ἀγγλοποιήσεως τοῦ λεξιλογίου μας δέν εἶναι εὐεργετικό καί ὀρθό. Ἔπειτα ἡ ξένη ὁρολογία δέν ὁριοθετεῖ ἐπακριβῶς τό ἐννοιολογικό περιεχόμενο μιᾶς λέξης. Εἶναι ἕνα εἶδος παραποίησης καί παρερμηνείας τῶν λεκτικῶν ὅρων. 

     Ἀλλά οἱ «ἀγγλισμοί» ἔχουν ἀνησυχήσει καί ἄλλα κράτη καθ’ ὅτι ἡ εἰσβολή ἀγγλικῶν λέξεων εἶναι μεγάλη, ὅπως στήν Γαλλία, Γερμανία, Ἰσπανία, Ἰταλία καί μάλιστα στήν ἐκπαίδευση, στήν πολιτική, στή δημοσιογραφία ἀκόμα καί στή λογοτεχνία. Κάθε φορά θέτουν τόν προβληματισμό, πῶς ἡ ἐθνική τους γλῶσσα θά διατηρήσει ἀνόθευτη τήν φυσιογνωμία της. 

     Συνεπῶς, προβάλλει ἐπιτακτική ἡ ἀνάγκη συστηματικῆς σπουδῆς τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν. Ἔτσι θά φανερωθεῖ ἡ ἀδιάσπαστη συνοχή τῆς ἑνιαίας ἑλληνικῆς γλώσσας ἀπό τοῦ Ὁμήρου μέχρι σήμερα, τῆς ὁποίας μορφές εἶναι ἡ Ἀλεξανδρινή κοινή, ἡ γλῶσσα τοῦ Βυζαντίου καί ἡ Νεοελληνική. 

     Ὁπωσδήποτε πρέπει νά διαβάζονται οἱ κλασσικοί συγγραφεῖς καί ὀφείλουμε νά κατανοήσουμε ὅτι τά κλασσικά γράμματα ἔχουν μία διαχρονικότητα. Δέν παλιώνουν. Ἔχουν τό στοιχεῖο τῆς αὐθεντικότητας. Ἡ ἀρχαία γραμματεία εἶναι θησαυρός. Τά σχολικά βιβλία σέ γλωσσολογικό ἐπίπεδο καί ἀπό περιεχόμενο καί ἔννοιες πού ἀναπτύσσονται, θά πρέπει νά διαφωτίζουν τόν μαθητή, προσφέροντας ἔμπνευση, ὁράματα, ἰδανικά, κριτική σκέψη. Ἔπειτα ἡ διδασκαλία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας ἀπό μετάφραση δέν βοηθᾶ στήν ὅλη καλλιέργεια καί ἀνωτερότητα τῆς παιδείας, γιατί ἔχουμε μία πτώση τοῦ μαθήματος τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν σέ μάθημα προσοχῆς πληροφοριῶν ἀρχαιογνωσίας καί πραγματολογικῶν μόνον στοιχείων. Δέν εἶναι ὅμως αὐτό σωστό. Ἡ γλωσσική κατάρτιση τῶν μαθητῶν μέ τίς μεταφράσεις ζημιώνει σέ τελικό βαθμό τήν ὅλη ἐκπαίδευση. 

     Ὅπως λέγει ὁ γλωσσολόγος καί ἀκαδημαϊκός Χριστόφορος Χαραλαμπάκης: «Τό «νέκταρ τῆς γνώσης» μπορεῖ νά τό ρουφήξει κανείς μόνο ὅταν κατακτήσει τή γλῶσσα, ὅταν μάθει μέ μεγάλο κόπο τά κρυφά μυστικά της… Ἡ κριτική σκέψη ἀναπτύσσεται ἀποτελεσματικότερα ὅταν γίνουν κατανοητοί οἱ μηχανισμοί λειτουργίας τῆς γλώσσας. Ἄν ὁ μαθητής δέν τούς κάνει κτῆμα του, δέν θά μπορέσει ἀργότερα ν’ ἀνταποκριθεῖ στίς ὑποχρεώσεις του ὡς ὑπεύθυνου πολίτη, οὔτε νά διακριθεῖ ὡς ἐπιστήμονας».

Συχνά ακούμε ή και γράφονται λέξεις και φράσεις που δεν είναι σωστές. Μπορείτε να μας επισημάνετε τέτοιες περιπτώσεις ώστε να μην υποπίπτουμε σε εκφραστικά τέτοια λάθη και αβλεψήματα;

Εἶναι γεγονός ὅτι πολλές φορές παρουσιάζεται αὐτό τό φαινόμενο τῶν γλωσσικῶν λαθῶν καί ἀτοπημάτων εἴτε στόν προφορικό εἴτε στόν γραπτό λόγο. Ἔχουμε δηλαδή μία ἐκφραστική ἀνεπάρκεια ἤ σολοικισμούς στή σύνταξη ἤ ἀκόμη βαρβαρισμούς ἤ λανθασμένες ἀντιγραφές ξένων λέξεων, μία θἄλεγα λεξιπενία καί πολλά λεκτικά λάθη. Θά ἀναφέρω, λοιπόν, μερικά τέτοια λάθη πού δέν θά πρέπει νά ἐπαναληφθοῦν.

1) Τά ἐπιρρήματα σχηματίζονται ἀπό τό θέμα τῶν ἀπολύτων, ἀφοῦ προστεθεῖ σέ αὐτά ἡ κατάληξη -κις ἤ -άκις. Δηλαδή πέντε (πεντάκις), ἑπτά (ἑπτάκις). Ἀντιθέτως τῶν τριῶν πρώτων ἀριθμητικῶν ἐπιρρήματα εἶναι τοῦ: εἷς, μία, ἕν, ἅπαξ, τοῦ δύο: δίς, τοῦ τρεῖς: τρία – τρίς. Ἦταν λάθος αὐτό πού ἀκούστηκε ὅτι «ὁ ὑπουργός ἐξωτερικῶν… (τῆς τάδε χώρας) ἐπισκέφθηκε δίπαξ (sic) τήν Ἀθήνα…».

2) ΄Ἕνας νεολογισμός εἶναι ἡ λέξη «ζωντανά» πού προέρχεται ἀπό τήν ἀγγλική λέξη live. Εἶναι λάθος ἡ ἔκφραση: «Ὁ τάδε τραγουδιστής θά ἐμφανιστεῖ ζωντανά στή σκηνή». Πῶς θά ἐμφανιζόταν; Νεκρός; Ἤ, «Ἡ Νόρμα» τοῦ Μπελλίνι θά μεταδοθεῖ στήν Ἑλλάδα ζωντανά ἀπό τή Μετροπόλιταν Ὄπερα τῆς Ν. Ὑόρκης». Ἀντί νά πεῖ ὁ ἐκφωνητής ὅτι θά μεταδοθεῖ ἀπ’ εὐθείας ἀπό τήν Ν. Ὑόρκη. 

3) Ἀκοῦμε τήν φράση ὅτι «Ἡ κυβέρνηση πρέπει νά ἐνσκήψει σ’ αὐτό τό ζήτημα». Ὅμως ἄλλο τό ρῆμα «ἐνσκήπτω» πού σημαίνει πέφτω πάνω σέ κάτι συνήθως μέ ἀπειλητική διάθεση ἤ κάποιο κακό ἀποτέλεσμα π.χ. ἐνέσκηψε καταιγίδα καί ἄλλο τό ρῆμα ἐνκύπτω πού σημαίνει σκύβω μέ ἐνδιαφέρον.

4) Συχνά λάθη εἶναι ἀκόμη τά ἑξῆς: «Ἀναζωπύρωση (λάθος) ἀντί τοῦ ἀναζωπύρηση».

Ξαναεπαναλαμβάνω (λάθος) – Ἐπαναλαμβάνω (σωστό)

Ἀπολαμβάνει τῆς ἐμπιστοσύνης (λάθος) – Ἀπολαύει τῆς ἐμπιστοσύνης (σωστό)

Ἔχω ἀπηυδήσει (λάθος) – Ἔχω ἀπαυδήσει (σωστό)

Ἀπό ἀνέκαθεν (λάθος) – Ἀνέκαθεν (σωστό)

Ἐνήργησα μέσα στά πλαίσια (λάθος) – Ἐνήργησα στό πλαίσιο (σωστό)

Ἀνεξαρτήτου ἡλικίας (λάθος) – Ἀνεξαρτήτως ἡλικίας (σωστό) 

Τό μ.Χ.: μετά Χριστοῦ (λάθος) – μετά Χριστόν (σωστό)

Τό μ.μ.: μετά μεσημβρίας (λάθος) – μετά μεσημβρίαν (σωστό)

προηγούμενα (λάθος) – προηγουμένως (σωστό)

     Καί πολλά ἀκόμη λάθη ὅπως: «Ἡ πλήρη ἐφαρμογή», «τόν ἐπικεφαλήν», «ἄνευ ἄδεια» κἄ. Ἄλλοτε ἀκόμη ἐπικρατεῖ μία σύγχυση ὁριστικοῦ καί ὑποτακτικοῦ λόγου, ἑνικοῦ καί πληθυντικοῦ, τῶν κλίσεων τῶν ὀνομάτων, ἤ καί αὐτή ἡ κατάργηση τῶν ἄρθρων, ὡς π.χ. «μένω Λαμία» κἄ. Μεγάλη ἐπίσης ἀμάθεια ἐπικρατεῖ μέ τά ἄκλιτα μέρη τοῦ λόγου, τά ἐπιρρήματα καί τούς συνδέσμους. Γιά παράδειγμα ἄλλο εἶναι τό «δέ» καί ἄλλο τό «δέν». 

Πολλά δέ λάθη καί στήν ἐκκλησιαστική ὁρολογία, ὅπως: 

«Μακαριστός» (λάθος) ἀντί «Μακαριώτατος»

«ὁ πάτερ» (λάθος) ἀντί «ὁ πατήρ» (σωστό)

«Ὁ Μητροπολίτης κήρυξε ἀπό τόν ἄμβωνα» (λάθος) ἀντί «ὁ Μητροπολίτης κήρυξε ἀπό τόν σολέα». 

«Τελέστηκε ἡ λειτουργία τοῦ ἑσπερινοῦ» ἀντί «Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ». 

Δεν νομίζετε ότι με το μονοτονικό διευκολύνεται η γλώσσα μας;

Οὐδόλως. Ἡ κατάργηση τῶν τόνων καί τῶν πνευμάτων εἶναι καταστροφή τῆς γλώσσας μας. Εἶναι ὅπως ἔλεγε φιλόλογος καθηγητής «σάν νά ἀποκεφαλίζεις τά ἀγάλματα». Μάλιστα ἀπό εἰδικές ἐπιστημονικές μελέτες ἔχει παρατηρηθεῖ ὅτι ἡ χρήση τῆς περισπωμένης καί τῆς δασείας προλαμβάνουν τήν δυσλεξία. Τό μονοτονικό ἐξ’ ἄλλου εἶναι καί ἀντιπαιδαγωγικό. Πολλά παιδιά σήμερα δυσκολεύονται στόν τονισμό τῶν λέξεων καί δέν γνωρίζουν νά μιλήσουν σωστά», ἀλλά καί νά διαβάσουν ἕνα κείμενο. Ἡ ἔλλειψη τόνων καί πνευμάτων δημιουργεῖ μεγάλη δυσκολία στήν ἀνάγνωση. Ἔτσι διαπιστώνουμε νά μιλοῦν μηχανικά καί ἄχρωμα στή φωνή τους. Δέν ὑπάρχει ἡ εὐφωνία ἀλλά ἡ κακοφωνία, ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος Καργᾶκος. Μέ τό μονοτονικό ἔχουμε μία γλωσσική πτωχεία τῶν μαθητῶν, ἡ ὁποία ἐπιτείνεται καί μέ τήν κατάργηση τῆς τρίτης κλίσεως καί τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας.

Ποια είναι η συμβολή της Εκκλησίας στη διαιώνιση, την διατήρηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και γιατί επιμένει σ’ αυτή την θέση η Εκκλησία;

Μεγάλη καί καθωριστική εἶναι ἡ συμβολή τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν ἑλληνική γλῶσσα. Ἤδη ἀπό τούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες καί κυρίως ἀπό τόν αἰῶνα τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τόν 4ο αἰῶνα, μέχρι καί σήμερα ὑπάρχει ἕνας ἄρρηκτος δεσμός Ἐκκλησίας καί ἑλληνικῆς γλώσσας καί δή τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς. Θἄλεγα ὅτι ἡ σχέση εἶναι ὄχι μόνο ἱστορική ἀλλά καί ὑπαρξιακή τρόπον τινα. Ἡ χριστιανική διδασκαλία ἔχει συνδεθεῖ μέ τήν ἑλληνική γλῶσσα ὅσο σέ καμμία ἄλλη χώρα. Καί εἶναι γεγονός ὅτι μέ τήν ἑλληνική ὁρολογία ἀποδίδεται ἄριστα ἡ δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.

     Λέγει ὁ καθηγητής Γ. Χατζιδάκης: «Ἀπό τίς 4900 λέξεις τῆς Καινῆς Διαθήκης οἱ μισές λέγονται καί σήμερα. Οἱ ἄλλες κατανοοῦνται καλῶς. Μόνον 400 λέξεις εἶναι κάπως δύσκολες». 

     Κατ’ ἀκολουθίαν, ἡ ἑλληνική γλῶσσα ὄχι μόνο συνδέθηκε μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν ὀρθόδοξη λατρεία, ἀλλά ἐμπλουτίσθηκε ἀπό τή σύνδεση αὐτή μέ νέες λέξεις καί φράσεις, οἱ ὁποῖες μάλιστα ἔγιναν κτῆμα καί τοῦ ἁπλοῦ λαοῦ. Πολλές φράσεις ἀπό τό Εὐαγγέλιο, τήν Θ. Λειτουργία καί τήν Ὑμνογραφία ἔχουν εἰσέλθει στήν καθημερινή γλῶσσα τοῦ λαοῦ, ὅπως π.χ. «ἀγρόν ἠγόρασε», «ἄξιος ὁ μισθός σου», «ἀπό τόν Ἄννα στόν Καϊάφα», «ἄσωτος υἱός», «διά τό θεαθῆναι» (τοῖς ἀνθρώποις), «εἶπα καί ἐλάλησα», «ἐκ τοῦ πονηροῦ», «ζωή χαρισαμένη» κἄ. 

     Πράγματι, τυγχάνει ἀδήριτο γεγονός, ὅτι ἡ Ἐκκλησία, ἦταν καί εἶναι, ἕνα θερμοκήπιο τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἀποδεικτικά στοιχεῖα ἀποτελοῦν:

α). Τό Ἱερό Εὐαγγέλιο β). Οἱ Ἕλληνες Πατέρες γ). Ἡ ὑμνολογία δ). Τά ἐπίσημα κείμενα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας. 

     Καί κατά πρῶτον, ἡ γλῶσσα τῶν Ἱερῶν Εὐαγγελίων εἶναι ἡ «κοινή»ἑλληνική γλῶσσα, ὡς ἐξέλιξη τῆς ἀττικῆς διαλέκτου, ἡ γλῶσσα ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖτο σ’ ὅλα τά κέντρα τοῦ ἑλληνιστικοῦ κόσμου. Καί τά ἄλλα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὡς π.χ. οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καί οἱ Ἐπιστολές τοῦ Ἀπ. Παύλου διακρίνονται γιά τήν ἐκφραστικότητα, τήν ἐλαστικότητα καί ἐν γένει ὡραιότητα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. 

     Ἀποτελεῖ ὕψιστο πνευματικό προνόμιο καί εὐεργέτημα ὅτι ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, πρῶτοι, τό Ἱερό Εὐαγγέλιο στή γλῶσσα μας. 

     Ἔπειτα, ἐπί κεφαλῆς τῆς ὅλης παρατάξεως τῆς σπουδῆς καί γραφῆς τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων ἦσαν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι μέ τίς ἑλληνικές σπουδές τους, μέ τήν βαθειά τους κλασική παιδεία διεμόρφωσαν κατ’ ἄριστον τρόπον τήν καθόλου θύραθεν καί χριστιανική σύνθεση τοῦ ἀποκαλουμένου ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ. Ὡς ἔγραφε ὁ κορυφαῖος Ἄγγλος ἱστορικός, ὁ Macaulay, «τά συγγράμματα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐφάμιλλα πρός ὅλην τήν ὑπάρχουσαν φιλολογία τῆς καλυτέρας ἐποχῆς τῆς Ἑλλάδος, ἀπό τοῦ Ὁμήρου μέχρι τοῦ Ἀριστοτέλους».

Ἔτσι ἀπό τό περίφημο ἔργο τοῦ Μεγ. Βασιλείου «Πρός τούς νέους, ὅπως ἄν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων», τούς ὑπέροχους λόγους τοῦ Ἱ. Χρυσοστόμου, τοῦ «Δημοσθένους τῆς Ἐκκλησίας», μέχρι τήν «Μυριόβιβλον» τοῦ Φωτίου, ἀλλά καί τά πατερικά ἔργα τῶν κατοπινῶν αἰώνων, ἡ ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα βρῆκε τόν «φύλακα ἄγγελόν» της στά πολύτιμα συγγράμματα, ὅλων τῶν εἰδῶν, τῶν θεοφόρων ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Καί τοῦτο, γιατί ὅλοι τους, εἶχαν αἰσθανθεῖ τήν ἀκρίβεια, τήν μορφή καί τό περιεχόμενο, τοὐτέστιν τό μεγαλεῖο τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας, τήν μορφωτική δύναμή της, τήν διεύρυνση τοῦ πνεύματος, τήν βελτίωση τοῦ ἀνθρώπου, τήν κριτική σκέψη πού φέρουν τά ἀρχαῖα ἑλληνικά. 

     Ἀπό κοντά καί ἡ ὑμνογραφία καί ἡ ὑμνολογία τῆς λατρείας τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὅλη ἐκκλησιαστική ποίηση, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἀπαύγασμα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Αὐτό τό ἰδιαίτερο φιλολογικό εἶδος, οἱ ὕμνοι, ὅπως ἔχουν γραφεῖ καί ἀποτυπωθεῖ ἀπό τούς κατόχους τῆς κλασικῆς γλώσσας, κυριολεκτικά, ὄχι μόνον λειτουργοῦν ὡς φύλακες τῆς γλώσσας ἀλλά συνάμα ἔχουν τήν δύναμη νά μιλοῦν στή ψυχή τοῦ πιστοῦ. Καί τό παράδοξο εἶναι ὅτι μπορεῖ ὁ πιστός νά εἶναι καί ἀγράμματος, ἀλλά ἡ ἐκκλησιαστική αὐτή ποίηση κρύβει μέ τίς λέξεις της ἕνα μυστήριο πού συνέχει καί μυσταγωγεῖ τίς ψυχές. Ὡς νά ἔχουν πνευματοποιηθεῖ αὐτές οἱ λέξεις τῆς γλώσσας μας καί τελικά νά λειτουργοῦν ὡς μελωδία τῆς ψυχῆς. 

     Ἀξίζει νά σημειώσουμε, ὅτι ἡ ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα διεσώθη καί ἐπεβίωσε καί χάριν τῆς διατηρήσεώς της στά ἐπίσημα κείμενα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας. Πρόκειται κάθε φορά γιά κείμενα τά ὁποῖα τυγχάνουν δείγματα τῆς συζεύξεως ἀληθείας τῆς πίστεως τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν κλασικῶν γραμμάτων.

     Ἀλλ’ ἡ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας παρουσιάζει καί κάτι τό ἐξόχως σημαντικό. Καί αὐτό εἶναι τό βίωμα πού μέσῳ τῆς γλώσσας ἔρχεται στό προσκήνιο. Ἀληθῶς ἡ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας ἔχει μία πνευματικότητα καί ἐκφράζει τήν ἐν Χριστῷ ζωῇ ἐνῶ συνάμα ἐπιτελεῖ ἐποικοδομητικό ἔργο. Ρίζα τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας εἶναι τά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι τά κείμενα τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι γραμμένα στή λεγομένη «κοινή» ἑλληνική γλῶσσα. Τήν πληρότητά της μάλιστα ἡ ἐκκλησιαστική γλῶσσα τήν εὑρίσκει στήν ὅλη λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καί δή στήν ὑμνολογία της. Δέν εἶναι εὔκολο νά ἀποδοθοῦν σέ ἄλλο γλωσσικό ἰδίωμα τά ἀπαράμιλλα καί μοναδικά ὑμνολογήματα τῆς Ἐκκλησίας γι’ αὐτό καί ἡ ἐκκλησιαστική – λειτουργική γλῶσσα εἶναι ἕνα ἀληθές ἀριστούργημα. Ἀκτινοβολεῖ τό ὅλο περιεχόμενο καί νόημα τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας. Δέν μπορεῖς ν’ ἀποδώσεις τό βαθύτατο νόημα τῶν ὕμνων καί τῶν εὐχῶν μέ καμμία νεοελληνική ἀπόδοση ἤ μετάφραση. Ἡ ἐκκλησιαστική γλῶσσα ἔχει χάρι καί κάλλος. Μυσταγωγία καί ἀνάβαση ψυχῆς.  

Καλά αυτά που λέτε για την αξία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας αλλά αφού οι σύγχρονοι πιστοί δεν καταλαβαίνουν τα εκκλησιαστικά κείμενα, μήπως όμως πρέπει να μεταφραστούν ή να μεταγλωττιστούν; Ιδιαίτερα οι νέοι δεν καταλαβαίνουν τα λεγόμενα και όσα άλλα ψάλλονται στους ναούς. Δεν είναι ένα ποιμαντικό πρόβλημα αυτό; 

Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς πρέπει νά διατυπώσουμε τήν βασική θέση ὅτι ἡ λειτουργική γλῶσσα δέν εἶναι νεκρή γλῶσσα ἤ ξένη γλῶσσα. Γι’ αὐτό καί δέν εἶναι σωστό νά μιλᾶμε γιά μετάφραση, ἀλλά γιά μεταγλώττιση. Εἴπαμε ὅτι τυγχάνει μέγιστο εὐεργέτημα καί προνόμιο νά ἔχουμε στό πρωτότυπο, στά ἑλληνικά τά λειτουργικά κείμενα. Πολύ σπουδαῖο. Καί ἐπί πλέον ὁ ἑλληνικός ἐκκλησιαστικός λόγος εἶναι χαριτωμένος θἄλεγα ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, λόγος ἱεροπρεπής, λόγος ὑψηλοῦ ἐπιπέδου μέ τόν ὁποῖο μποροῦν νά ἀνταποδοθοῦν τά βαθύτατα νοήματα τῆς δογματικῆς διδασκαλίας. 

     Εἶναι πνευματέμφορη ἡ ἐκκλησιαστική ὑμνολογία. Δέν μπορεῖ νά εὐτελιστεῖ μέ μία μεταγλώττιση. Δέν ἀποδίδεται τό ἀκριβές νόημα. Πέραν τούτου μία μεταγλώττιση ἤ μετάφραση θά ἐπιφέρει καί μία καταστροφή στήν ἀδιαίρετη ἑνότητα λόγου καί μέλους. Μή τό ξεχνᾶμε καί αὐτό.

Θέλω να επιμείνω στο θέμα αυτό και ζητώ κάτι περισσότερο να μας πείτε. Συγκεκριμένα εσείς θα υιοθετούσατε στο λατρευτικό χώρο της Εκκλησίας, στις διάφορες Ακολουθίες ή στη Θεία Λειτουργία να λέγονται οι ύμνοι, οι διάφορες ευχές και εκφωνήσεις σε νεοελληνική απόδοση, στη δημοτική γλώσσα;

Οὐδόλως. Δέν τό δέχομαι αὐτό. Σέ καμμία Ἱερή Ἀκολουθία δέν θά πρέπει ν’ ἀλλάξει τό ἤδη ὑπέροχο γλωσσικό ἰδίωμα. Εἶναι δυνατόν ν’ ἀφήσουμε, νά ἀπεμπολίσουμε θἄλεγα τήν ὡραιότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας, τήν καλλιέπεια τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων, τῶν τροπαρίων, τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου, τῶν Χαιρετισμῶν, τῶν Ἐξαποστειλαρίων, τῶν Ἀπολυτικίων, τῶν Κοντακίων καί τόσων ἄλλων, γιά νά μήν ἀναφέρω καί ἄλλα ὑμνογραφήματα, καί νά προχωρήσουμε σέ ὑποτίμηση καί εὐτελισμό; Εἶναι δυνατόν νά ἀπωλέσουμε τήν πνευματική μας ἀνύψωση καί νά πέσουμε στά χθαμαλά; Εἶναι δυνατόν νά καταργήσουμε τήν θαυμάσια χρυσοστομική γλῶσσα στή Θεία Λειτουργία του; Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί Ἕλληνες; Αὐτός, πού διανοεῖται αὐτό, τό λιγότερο εἶναι μικρόνους. Καμμία μετάφραση ἤ μεταγλώττιση δέν μπορεῖ νά ὑποκαταστήσει τό αὐθεντικό καί πηγαῖο, τό πρωτότυπο, τό ἐξαιρετικό τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἀντί νά μεταγλωττίσουμε τήν ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας νά φροντίσουμε νά διδαχθοῦμε τά ἀρχαῖα ἑλληνικά. Αὐτό θά συνιστοῦσα. 

     Δέν ἀλλάζει ἡ Ἐκκλησία στήν λατρεία της τήν γλῶσσα, διότι τά βαθύτερα νοήματα τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας, τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας ἀποδίδονται κατά τόν πλέον ἄριστο τρόπο μέ τήν ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα. Μέ τίς κατάλληλες λέξεις καί τήν θεολογική ὁρολογία ἔχουμε μία πειθώ γιά τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως ἀλλά συγχρόνως καί ἀρτιότητα μεταφέρεται τό μήνυμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν. Ἡ γλῶσσα ἔχει μία δυναμική, κρύβει βιώματα, ἀναπτερώνει τό ἠθικό, ἀνεβάζει τόν ἄνθρωπο. Τοῦτο εἶναι πολύ χαρακτηριστικό στά κείμενα τῆς Θ. Λειτουργίας τοῦ Μεγ. Βασιλείου καί τοῦ Ἱ. Χρυσοστόμου. Ἀλλά καί οἱ ἐπιστολές τοῦ Ἀπ. Παύλου, οἱ λέξεις καί οἱ ἐκφράσεις, τά ρήματα πού χρησιμοποιεῖ ὁ Ἀπόστολος, ὁ ὁποῖος δέν ἦταν τυχαῖος στήν μόρφωση, βλέπουμε πόσο ἐπιτυχημένα παρουσιάζουν καί ἑρμηνεύουν τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Λέξεις πού δείχνουν τόν ἐσωτερικό παλμό πού δονεῖ τήν καρδιά τοῦ Παύλου. Λέει ὁ καθηγητής Νικόλαος Λούβαρης (†1961) γιά τήν γλῶσσα τοῦ Ἀπ. Παύλου: «Εἶναι μεγάλος χειριστής τῆς γλώσσης, διότι ἔχει μεγάλα νά εἴπει καί διότι εἰς κάθε λέξιν ἐμβάλλει ὁλόκληρον τήν ψυχήν του. Ἕνα φυσικόν χάρισμα βοηθεῖ αὐτόν, ὅπως εὑρίσκη τήν κατάλληλον ἔκφρασιν δι’ ὅσα ἀνεσάλευσαν τήν ψυχήν του. Τήν γλῶσσαν χειρίζεται ὅπως ἀριστοτέχνης τις τό μουσικόν του ὄργανον».

     Πολύ εὔστοχα γράφει καί ὁ ἀείμνηστος βιβλικός καθηγητής Μᾶρκος Σιώτης: «Ἡ γλωσσική παρακαταθήκη τῆς Καινῆς Διαθήκης συνιστᾶ πράγματι μέγιστον κεφάλαιον τῆς ἱστορικῆς παραδόσεως τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, ἀκριβῶς διότι αὐτή ἀπέβη ἡ γλώσσα τῆς ὑπερτάτης ἐν Χριστῷ ἀποκαλύψεως». Μόνο μέ τήν ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα ἔχουμε αὐτό τό ὑψηλό ἐπίπεδο ἐκφραστικῆς δυνάμεως καί ἤθους πού ἀποπνέουν οἱ ἐκκλησιαστικοί ὕμνοι καί οἱ εὐχές στή λατρεία μας. 

Ποια κατά την γνώμη σας είναι τα σπουδαιότερα λεξικά για την ορθογραφία και την κατανόηση των λέξεων;

Ὑπάρχουν πολλά λεξικά ἀξιόλογα καί ὁ καθένας μας πρέπει νά ἔχει στή βιβλιοθήκη του, δίπλα στό γραφεῖο του, σέ πρώτη ζήτηση θἄλεγα, πολλά λεξικά καί νά τά συμβουλεύεται. Ἀναφέρουμε ἐνδεικτικά: «Λεξικόν τῆς καθ’ ἡμᾶς ἑλληνικῆς διαλέκτου» τοῦ Σκαρλάτου Δ. Βυζαντίου, «Συναγωγή τῶν λέξεων» τοῦ Στεφάνου Κουμανούδη, τό «Λεξικόν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης» ἔκδ. ἐφ. Πρωΐας, «Λεξικόν» τῶν Liddell-Scott-Jones, «Λεξικόν Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γλώσσης» τοῦ Ἰωάννη Σταματάκου, «Μεγάλο Λεξικό τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης» τοῦ Δημ. Δημητράκου, «Patristic Greek Lexicon» τοῦ G.W.H. Lampe, «Ἑλληνικό Λεξικό» ἔκδ. Τεγόπουλος – Φυτράκης, «Λεξικό τῆς νέας Ἑλληνικῆς γλώσσας» τοῦ Γ. Μπαμπινιώτη, «Χρηστικό Λεξικό τῆς νεοελληνικῆς γλώσσας» τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν καί πολλά ἄλλα γενικά καί πρωτίστως εἰδικά λεξικά. 

Ως κατακλείδα της συνέντευξης αυτής, τί θα θέλατε να προσθέσετε;

Τό μεγάλο ζήτημα εἶναι ἡ καταστροφή τῆς γλώσσας, θἄλεγα ἡ ἀγλωσσία. Ἐπικρατεῖ ἐνίοτε ἀγραμματοσύνη σέ πολλές περιπτώσεις καί μία γλωσσική «βαβέλ» στό προφορικό καί γραπτό λόγο. Χρειαζόμεθα συνεπῶς ἐπιστροφή στή μητέρα γλῶσσα μας μέ σεβασμό καί διάθεση προβολῆς της. Αὐτό δέν εἶναι προγονοπληξία. Εἶναι πρόοδος καί πολιτιστική εὐεργεσία. Εἶναι συνειδητοποίηση τῆς ἀξίας μας. 

     Καί καλῶς ἔχει καθιερωθεῖ ἀπὸ τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων (ΦΕΚ Β’ 1384/24.4.2017) ἡ 9η Φεβρουαρίου (ἡ ἡμερομηνία θανάτου τοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ) ὡς παγκόσμια ἡμέρα τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσας. Εἶναι τοῦτο σημαντικό, καθ’ ὅτι δίδεται ἡ εὐκαιρία προβολῆς τοῦ γλωσσικοῦ μας θησαυροῦ. Νά προσθέσουμε, τέλος, ὅτι εἰδικά τά ἀρχαῖα ἑλληνικά ἔχουν καί κεφαλαιώδη ἐθνική σημασία, ὑπαρκτική γιά μᾶς τούς Ἕλληνες, γιατί μ’ αὐτά, διατηρεῖται ἡ ἱστορική μνήμη τοῦ ἔθνους, ἡ συνοχή μας στή χοάνη τῆς παγκοσμιοποίησης καί ἡ διάσωση τοῦ πολιτισμοῦ μας. Σ’ αὐτή τήν ἑλληνική γλῶσσα μή ξεχνᾶμε ὅτι ἀπεθησαυρίσθη πᾶν ὅ,τι ὑψηλόν καί ὑπέροχον ἔχει ἡ ἀνθρωπότητα ὡς πολιτισμόν. Ἔλεγε ὁ ἀμερικανός ἀρχαιολόγος G. Blegen ὅτι «ἕνας ἀριθμητικά μικρός λαός, ἀνέλαβε τρεῖς φορές στή διάρκεια τῆς ἱστορίας του – μυκηναϊκή περίοδος, κλασικά χρόνια καί ἐποχή τῆς ἀκμῆς τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας – τήν παγκόσμια πολιτιστική καί πνευματική ἡγεσία». Καί αὐτός ὁ λαός εἴμεθα ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες. 

 

     Καί ἀκόμη, ἡ γλῶσσα μας εἶναι καί σύμβολο ἀλλά καί οὐσία γιά τή συνοχή, ἑνότητα καί τήν συνέχειά μας. Θαυμάσια τό διετύπωσε ὁ Σολωμός: «Μήγαρις ἔχω τίποτε ἄλλο στό νοῦ μου, πάρεξ ἐλευθερία καί γλῶσσα». Λέγει ἐπιπροσθέτως ὁ καθηγητής Μπαμπινιώτης: «Ἡ γλῶσσα ἀποτελεῖ καθοριστικό στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας ἑνός λαοῦ˙ Ἑλληνισμός, ἑλληνικότητα, ἑλληνική συνείδηση, Ἑλλάδα χωρίς ἑλληνική γλῶσσα δέν μποροῦν νά ὑπάρξουν μέ οὐσιαστικό, ἄμεσο καί ἀποτελεσματικό τρόπο». 

     Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες διαθέτουμε τήν πιό πλούσια καί τήν πιό ἐκφραστική γλῶσσα τοῦ κόσμου. Εἶναι ἡ ἀρίστη. Ἕνας ἀνεκτίμητος θησαυρός. Ἔλεγε ὁ Κικέρων ὅτι «ἐάν οἱ θεοί μιλοῦν, τότε σίγουρα χρησιμοποιοῦν τή γλῶσσα τῶν Ἑλλήνων». Ὁ δέ Γκαῖτε εἶπε: «Ἄκουσα στόν Ἅγιο Πέτρο τῆς Ρώμης τό Εὐαγγέλιο σ’ ὅλες τίς γλῶσσες. Ἡ ἑλληνική ἀντήχησε ἄστρο λαμπερό μέσα στή νύκτα». Ἡ γλῶσσα μας, τῷ ὄντι, τυγχάνει κεκαλλιεπημένη._  

© Copyright 2023 Ιερά Μητρόπολις Μάνης Back To Top