Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Χριστός προσκαλεί τους τέσσερις πρώτους μαθητές να Τον ακολουθήσουν, τον Πέτρο και τον Ανδρέα αλλά και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τους αδελφούς. Η σημερινή κλήση που περιγράφεται στο ανάγνωσμα είναι η δεύτερη, που είναι και η οριστική. Τι άνθρωποι ήταν αυτοί οι ψαράδες που κάλεσε ο Κύριος για να γίνουν μαθητές του; Ήταν άνθρωποι ταπεινοί, αγράμματοι και αφανείς κοινωνικά. Δεν ανήκαν στην τάξη των Φαρισαίων και των νομικών. Ο Βασίλειος ο Σελευκείας παρατηρεί: «ζητώντας ὁ Κύριος ἀνθρώπους νὰ παιδεύσουν τὴν οἰκουμένη παρέβλεψε πόλεις, δήμους καὶ βασιλεῖες. Ἀπεστράφη τοὺς ἀνθρώπους τοῦ πλούτου, τοὺς ρήτορες. Ο Κύριος με τον τρόπο της κλήσεως των πρώτων μαθητών είναι σαν να έλεγε στους ανθρώπους: «ἁλιεῖς, οὐ βασιλέας ζητῶ». Ο ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει πως ο Κύριος τους βρήκε «ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν» (Ματθ. 4, 21). Διόρθωναν τα δίχτυα τους, , δηλαδή δεν μπορούσαν να αγοράσουν άλλα, κατά τον Ιερό Χρυσόστομο. Ήσαν άνθρωποι που είχαν αγάπη μεταξύ τους. Όλοι μαζί ψάρευαν, όλοι μαζί διόρθωναν τα δίχτυα. Πατέρας και παιδιά εργάζονταν μαζί κι είχαν χαρακτηριστικό γνώρισμα να τρέφονται με τον ιδρώτα και τον κόπο τους (Χρυσόστομος). Μπορεί να μην είχαν μόρφωση αλλά τους διέκρινε η αρετή της αγάπης. Ένας σύγχρονος θεολόγος θα προσθέσει πως ο Κύριος δεν κάλεσε ανέργους στο έργο του ευαγγελισμού των λαών, αλλ’ ανθρώπους που εργάζονταν.
Η κλήση των μαθητών δείχνει τη δύναμη του Θεού Αυτούς που περιφρονούσε ο κόσμος, αυτούς διάλεξε για Αποστόλους Του ο Κύριος. Ο απόστολος των εθνών Παύλος το σημειώνει αυτό χαρακτηριστικά: «Τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τοὺς σοφούς, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρὰ» (Α' Κορ. 1, 27). Αυτούς επέλεξε ο Κύριος, για να φανεί στον κόσμο πως η διάδοση του Ευαγγελίου δεν ήταν αποτέλεσμα δυνάμεως και σοφίας ανθρώπινης, αλλ’ ήταν αποτέλεσμα της δυνάμεως και της χάριτος του Θεού.
Η ανταπόκριση των μαθητών ήταν αυθόρμητη και ολοκληρωτική. Άφησαν τα δίχτυα, τα πλοία και τον «πατέρα αυτών» και Τον ακολούθησαν. Δεν είχαν δει από τον Χριστό μεγάλα θαύματα ή δεν άκουσαν σπουδαίους λόγους κι όμως αντελήφθησαν και κατανόησαν το πρόσωπο του Κυρίου και θυσίασαν τα πάντα γι’ Αυτόν.
Oι πιστοί μόνο με τον Χριστό δένονται άρρηκτα Ο Χριστιανός δεν πρέπει να δένεται με κανένα πράγμα ή πρόσωπο της παρούσης ζωής τόσο, όσο με το πρόσωπο του Χριστού. Τον πρώτο λόγο στη ζωή μας τον έχει ο Κύριος. Δεν μας προτρέπει η Εκκλησία μας να εγκαταλείψουμε τα σπίτια μας, τα υπάρχοντά μας και τις οικογένειές μας. Θέλει όμως περισσότερο από τα υλικά και τα αγαπημένα μας πρόσωπα να αγαπάμε τον Χριστό. Να έχουμε ζωντανή σχέση με τον Χριστό. Ο σύνδεσμος μας με τον Ιησού να μην περιορίζεται σε μια διανοητική σχέση, σ’ ένα ιδεολόγημα. Να είναι ζωντανός και να εκφράζεται στην προσευχή, στη συμμετοχή μας στα μυστήρια και, αν παραστεί ανάγκη, στη δημόσια ομολογία και στη θυσία ορισμένων προσφιλών μας πραγμάτων.
Στις ημέρες μας ανθεί η αλιεία των ανθρώπων για διαφόρους σκοπούς. Αλιεύονται με πολλή τέχνη άνθρωποι, για να εξυπηρετήσουν πολιτικούς, κοινωνικούς, ιδεολογικούς, παραθρησκευτικούς κι ακόμα και αισχρούς σκοπούς. Ανθεί στις ημέρες μας μια στρατολόγηση που διακρίνεται για την ιδιοτέλεια και το κέρδος. Παρουσιάζονται πολλοί «μεσσίες» με αξιώσεις υποταγής σ’ αυτούς εκ μέρους των ανθρώπων. Oι προσωπικές φιλοδοξίες είναι στην ημερησία διάταξη. Ζητάμε από τους άλλους αφοσίωση και υπακοή για να ικανοποιήσουμε τα πάθη μας που πολλές φορές είναι και ποταπά.
Αγαπητοί αδελφοί, μόνον η υπακοή στον Χριστό και στην Εκκλησία ως σώμα Του ωφελεί τον άνθρωπο πολλαπλώς. Τον κάνει ειρηνικό απέναντι στους άλλους, χωρίς μικροσυμφέροντα και υλικές απολαβές. Τον καταξιώνει ως άνθρωπο και αναδεικνύει τα χαρίσματά του και τις αρετές του. Τον προάγει στη βασιλεία του Θεού, για να ζήσει αιώνια κοντά στον Χριστό που αγάπησε ολοκληρωτικά και εγκάρδια. Αμήν.